Είχα γνωρίσει κάποτε έναν άνθρωπο έμπειρο από της ζωής τα δρώμενα, διαβασμένος με το τσουβάλι, προφέσορας, αλλά με τον πήχη χαμηλά και τ...
Είχα γνωρίσει κάποτε έναν άνθρωπο έμπειρο από της ζωής τα δρώμενα, διαβασμένος με το τσουβάλι, προφέσορας, αλλά με τον πήχη χαμηλά και τουπέ ανύπαρκτο. Εύκολα τον προσέγγιζες, ακόμη ευκολότερα σε νουθετούσε. Λίγο η εμπιστοσύνη που ενέπνεε, λίγο το θάρρος που όσο να πεις του είχα, είπα να του εξομολογηθώ τους στόχους μου.
Αφού η σερβιτόρα ακούμπησε τους καφέδες στο τραπέζι και ανάψαμε ο καθένας το τσιγάρο του, (από εκείνα που δεν τα απολαμβάνεις τόσο, μέσα στο καταμεσήμερο του καλοκαιριού, στάζοντας ιδρώτα) με ρώτησε για αυτό που θέλω να κάνω στην ζωή μου.
«Και γιατί; Γιατί θέλεις να το κάνεις αυτό;» με ρωτάει.
«Τι θα πει γιατί; Μα γιατί το λατρεύω, γουστάρω να το κάνω.»
Παίρνει τότε που λέτε ένα ψαρωτικό ύφος μεταξύ κρυφής απογοήτευσης και αμφιβολίας και τινάζοντας το τσιγάρο του μου λέει:
«Όχι φίλε μου, κάνεις λάθος, το κάνεις για να έχεις ένα σημείο ύπαρξης μέσα στην κοινωνία. Τίποτε άλλο, μονάχα αυτό, και ακουμπάει πάλι την πλάτη του στην καρέκλα ρουφώντας καπνό.»
Και μετά από μια παύση αμηχανίας οπού παλεύω νοητά τρώγοντας τις σάρκες μου για το τι είπα λάθος, κρεμάω τους ώμους μου και περιμένω μάταια να συνεχίσει την φράση του. Για να μην τα πολυλογώ η κουβέντα συνεχίστηκε όμως απλά για να συνεχιστεί. Με λόγια τυπικά, αμήχανα εκ μέρους μου, αδιάφορα εξ εκείνου. Θες η απογοήτευση που πήρα; Θες το κύρος του προφέσορα; Η φράση αυτή μου έμεινε. Σημείο ύπαρξης μέσα στην κοινωνία.
Είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι τα πάντα ξεκινάνε από το εγώ μας και την σχέση που έχει το εγώ μας με τα υπόλοιπα εγώ, τους γύρω μας. Έτσι εάν ακριβώς θέλουμε να ορίσουμε έναν μακροπρόθεσμο στόχο για την ζωή μας, στις περισσότερες εκ των περιπτώσεων αυτός ο στόχος αφενός πηγάζει από τα θέλω μας αλλά καθορίζεται και από το σημείο που κατέχει αυτός ο στόχος σε συνάρτηση με τους κοινωνικούς παράγοντες.
Όταν λοιπόν κάποιος ψαχουλεύει για να βρει ταυτότητα, ή αλλιώς σημείο ύπαρξης, μια φιλοδοξία ενασχόλησης με κάτι που να τον ορίζει, και δεν το έχει ήδη εντοπίσει, τότε το μικρόβιο της μίμησης ξεπροβάλει. Ο λόγος; Οι κοινωνικοί παράγοντες που μόλις αναφέραμε.
Γιατί, εάν θέλεις να γίνεις δόκτορας στο πλάνο συμπεριλαμβάνεται το κύρος της λευκής στολής στα μάτια της κυρά Μαρίας της γειτόνισσας. Εάν θέλεις να γίνεις μουσικό είδωλο, τότε ένα ολόκληρο ποίμνιο σε παροτρύνει στο web και την TV. Θες από την άλλη να αράζεις στο στέκι σας, μυρίζοντας ταξιδιάρικα αρωματικά και τον πανάγαθο, ειρηνιστικό κόσμο που οραματίζεσαι; Τότε το μοτίβο της αδελφικότητας με τους δικούς σου, σου χαμογελά.
Έτσι και ο γαμάτος Μπουκόφσκι με το συγγραφηλίκι. Ότι και να θες να κάνεις, πάντα η υπόσταση του στόχου σου μέσα στην κοινωνία θα σε συνοδεύει. Εάν όντως γουστάρεις τον στόχο σου, τότε no problem, στερεότυπα welcome, μπορείς απλά να αδιαφορήσεις.
Δεν έχεις ιδέα όμως πόσο εύκολα επιχειρούμε να ταυτιστούμε με μια ταυτότητα, απλά και μόνο για να απολαύσουμε τα προνόμια των ρόλων μέσα στην κοινωνία, ακόμη κι αν δεν γουστάρουμε το προφίλ που υιοθετούμε. Πιάνουμε τα μικρόφωνα τις γραφίδες και τα νυστέρια απλά και μόνο για το χειροκρότημα, το γυαλιστερό εξώφυλλο και τον θαυμασμό στο βλέμμα του διπλανού. Και δώσ' του το μοιρολόι για μια ζωή χαμένη που πέρασε χωρίς να κάνεις αυτό που πραγματικά θες, χωρίς να βρεις αυτό που πραγματικά θες. Γιατί το κους κους της κοινωνίας και τα στερεότυπα όπως κάθε τι , κάποια στιγμή ξεφουσκώνουν στα μάτια σου. Και μένεις εσύ και ο εαυτός σου, και βαφτίζεσαι ανόητος και ματαιόδοξος, διερωτώμενος
«Γιατί γλυκάθηκα και φόρεσα, πιτσιρίκι λεύτερο και νιάτο, τα προσωπεία των άλλων που να πάρει η ευχή. Γιατί;»
«Γιατί γλυκάθηκα και φόρεσα, πιτσιρίκι λεύτερο και νιάτο, τα προσωπεία των άλλων που να πάρει η ευχή. Γιατί;»
Γιώργος Ψωμιάδης