6 Απριλίου 1941, η ελληνική ψυχή γράφει ιστορία. Αναγκάζει τον εχθρό να αναγνωρίσει και να σεβαστεί το ελληνικό σθένος. Οι Γερμανοί φθ...
6 Απριλίου 1941, η ελληνική ψυχή γράφει ιστορία. Αναγκάζει τον εχθρό να αναγνωρίσει και να σεβαστεί το ελληνικό σθένος. Οι Γερμανοί φθάνουν στα σύνορα μας και μετά από μία πολύνεκρη μάχη είναι έτοιμοι να εισέλθουν στα ελληνικά σύνορα, μετά την προσχώρηση στις δυνάμεις και των Βουλγάρων.
Οι ελληνικές δυνάμεις υποχωρούν για να τους αντιμετωπίσουν πιο οργανωμένα σε άλλο σημείο. Το δύσκολο έργο να καθυστερήσουν τα ξένα στρατεύματα αναλαμβάνουν ο λοχαγός Δημήτρης Ίτσιος και 5 φαντάροι. 6 παλικάρια εναντίον της πιο ισχυρής στρατιωτικής δύναμης της Ευρώπης.
Το πολυβολείο, Π8 στην ομορφοπλαγιά του Μπέλες πάνω από το χωριό Άνω Πορρόια Σερρών, περικυκλώνεται από τους Γερμανούς. Όμως οι 6 άντρες δεν παραδίδονται, αντιθέτως προκαλούν τεράστιες ζημιές στα εχθρικά στρατεύματα, 230 θύματα μετρούν οι Γερμανοί.
Οι σφαίρες όμως στο πολυβολείο τελειώνουν, και ο Ίτσιος αντιλαμβάνεται το τέλος. Διώχνει τους νεαρούς φαντάρους και μένει πίσω να παραδοθεί. Μαζί του πιστοί σύντροφοί προς το τέλος τους παραμένουν και άλλοι δύο φαντάροι.
Οι Γερμανοί με χίλιες προφυλάξεις τους πλησίασαν και ο επικεφαλής τους άνοιξε διάλογο με τον λοχία. Ο διάλογος φθάνει με διάφορες παραλλαγές αλλά το πνεύμα είναι πάντα ίδιο.
- Στρατηγός Σόρνερ: Που είναι ο αξιωματικός σου;
- Λοχίας Δημήτρης Ίτσιος: δεν υπάρχει, εγώ είμαι επικεφαλής
- Στρατηγός Σόρνερ: εσύ;
- Λοχίας Δημήτρης Ίτσιος: ναι;
- Στρατηγός Σόρνερ: συγχαρητήρια, με την αντίσταση σου ζωντάνεψες το πνεύμα των προγόνων σου
- Λοχίας Δημήτρης Ίτσιος: έκανα το καθήκον μου
- Στρατηγός Σόρνερ: και τώρα πρέπει να κάνω και εγώ το δικό μου. Μου στοίχισες πάνω από διακόσιους άνδρες.
Ο Διοικητής διέταξε να τον εκτελέσουν. Ο Ίτσιος με απορία ρώτησε γιατί, αλλά ο Γερμανός δεν είχε άλλες απαντήσεις. Έβαλε τους άνδρες του να παρουσιάσουν όπλα.
Τον τίμησε και αμέσως μετά με το όπλο του πυροβόλησε τον ηρωικό λοχία στο κεφάλι. Τους άλλους δύο φαντάρους δεν τους πείραξε. Μετά από λίγο τους άφησε ελεύθερους και αυτοί διηγήθηκαν την ιστορία τους και τη θυσία του Ίτσιου. Μετά τον πόλεμο η γυναίκα του ξέθαψε τα οστά του και τον έθαψε στο χωριό τους που ήταν κάτω από το πολυβολείο, την Άνω Πορρόια Σερρών.